Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

Η Στέβη Σαμέλη στο '' Ποίηση και Λογοτεχνία''... Μια πολύ όμορφη συνέντευξη.


Η Στέβη Σαμέλη γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς εκπαιδευτικούς και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Από το 1989 ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Σπούδασε Business Administration στο «Southeastern College». Παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου στο «Εργαστήρι» του Βασίλη Διαμαντόπουλου και στη Δραματική σχολή «Ίασμος». Ασχολήθηκε διαγωνιστικά με τους Latin χορούς έπειτα από πολυετείς σπουδές, με αρκετές διακρίσεις.
Εργάζεται στον τομέα των δημοσίων σχέσεων και του marketing. Υπήρξε ραδιοφωνική παραγωγός για περισσότερα από 10 χρόνια και ασχολήθηκε με την προώθηση μουσικών σκηνών και αξιόλογων καλλιτεχνών, επί σειρά ετών.
Ανέκαθεν το χαρτί και το μολύβι υπήρξαν οι καλύτεροι φίλοι της και η αγάπη, σταθερή έμπνευσή της.
Το βιβλίο «Μια βόλτα στα σύννεφα» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή.


Ποίηση και λογοτεχνία:   Τι είναι για σας η ποίηση;

Στέβη Σαμέλη: Πώς μπορείς να περιγράψεις το φως ακόμη κι αν το βλέπεις; Δύσκολη ερώτηση!
Ο πιο άμεσος τρόπος να εκφράσεις μέσα σε λίγες γραμμές, μέσα σε λίγες λέξεις,  μια ολόκληρη ιστορία… μια ιστορία που υπήρξε ή δε θα υπάρξει ποτέ…
Ο πιο δυνατός τρόπος να κρατήσεις μεγεθύνοντας, τη μία και μοναδική πιθανώς στιγμή της ύπαρξης ενός συναισθήματος ή μίας κατάστασης, που διαφορετικά θα περνούσε στη λήθη…
Ο πιο εύκολος τρόπος να παραδεχθείς συναισθήματα και θέσεις, που σε άλλες συνθήκες δεν θα τολμούσες να εκθέσεις δημόσια…
Ο  πιο ειλικρινής τρόπος να παραδεχτείς την αδυναμία σου να χειριστείς αυτόν τον κόσμο όπως είναι και την βαθιά και ανυπέρβλητη ανάγκη σου να τον αλλάξεις!


Π.Λ    Παρατηρώντας το βιογραφικό σας διαπιστώνουμε ότι έχετε μια κλίση προς τις τέχνες (χορός, θέατρο, ποίηση). Τι είναι αυτό που σας ωθεί προς τις τέχνες και έχουνε αυτές μεταξύ τους κάποια κοινά σημεία;

Σ.Σ: Αυτό που ωθεί κάποιον στις τέχνες – όπως και σε οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση άλλωστε –είναι η ιδιοσυγκρασία του και ο ψυχισμός του. Εκείνες οι εσωτερικές κατευθύνσεις, των οποίων την προέλευση αδυνατούμε να εντοπίσουμε και στόχο έχουν την πληρότητα της ψυχής μας. Αυτές πιστεύω είναι οι κατευθυντήριες δυνάμεις στη ζωή κάθε ανθρώπου. Αυτές, μετουσιώνονται στο ταλέντο και την κλίση που επιβάλλει τελικά στον καθένα, τον χώρο στον οποίο θα κινηθεί.
Και ναι, όντως έχουν ένα πολύ κοινό βασικό στοιχείο: το ρυθμό. Τόσο στο χορό όσο και στο θέατρο, ανεξάρτητα από το επίπεδο των γνώσεων  (που δε μπορεί να γίνει πάντα αντιληπτό), αυτό που αναμφισβήτητα δε μπορεί να μην γίνει αντιληπτό και να μην κριθεί, είναι ο ρυθμός,  η ροή,  που διακρίνει τόσο το λόγο όσο και την κίνηση. Το ίδιο ισχύει και στην ποίηση. 
Αυτός είναι άλλωστε ένας λόγος που το έμμετρο ποίημα αναγνωρίζεται πιο έυκολα, διότι το μέτρο δημιουργεί από μόνο του έναν ρυθμό. Ο Πλάτωνας είχε πει πως αυτό που χαρακτηρίζει την ποίηση, είναι η μελωδία, ο ρυθμός και το μέτρο. Και πως αν της αφαιρέσεις αυτά τα στοιχεία, γίνεται πεζός λόγος.

Π.Λ   Από ποια ηλικία αρχίσατε να γράφετε;

Σ.ΣΑπό πολύ μικρή ηλικία. Ως γόνος εκπαιδευτικών δέχθηκα από πολύ νωρίς το ερέθισμα του λόγου (γραπτού και προφορικού) σε έναν βαθμό αρκετά υψηλό. Η μητέρα μου λάτρευε - και εξακολουθεί να λατρεύει-  την ποίηση κι έτσι είχα την τύχη να την ακούω να μας διαβάζει τα περισσότερα από τα ποιήματα εκείνα που έγιναν αργότερα από τα πιο αγαπημένα μου…
Θυμάμαι ότι το καλοκαίρι της Β’ Γυμνασίου διάβασα 32 λογοτεχνικά βιβλία (για παιδιά της ηλικίας μου και λίγο μεγαλύτερα ίσως) μέσα στους 3 μήνες των διακοπών!  Λάτρεψα την Ελληνική γλώσσα και επιστρέφοντας στο σχολείο διαπίστωσα με μεγάλη μου έκπληξη πως ήμουν πλέον απολύτως ορθογράφος – κάτι που δεν ίσχυε πριν  - και μάλιστα αυτό το «κουσούρι» με κυνηγάει ακόμη σε οτιδήποτε διαβάζω. Ακόμη κι αν πρόκειται για ένα απλό μήνυμα, απαιτώ να είναι ορθογραφημένο!
Στο γυμνάσιο λοιπόν  άρχισα να γράφω, σκόρπιες σκέψεις που δεν κρατούσα ποτέ.
Το πρώτο μου έργο ωστόσο το εξέθεσα στους συμμαθητές μου 2 χρόνια αργότερα. Επρόκειτο για ένα 15σέλιδο διήγημα (δεμένο αυτοσχέδια με κορδέλα ζαχαροπλαστείου στη ράχη) με τίτλο «Το μυστικό του λόφου». Ελαφρώς μυστηριώδες και μεταφυσικό θα έλεγα… ακόμη το έχω στα σχολικά μου αναμνηστικά μαζί με το λεύκωμα της τάξης… όμορφες εποχές.


Π.Λ  Τι σας εμπνέει όταν γράφετε ποίηση; Υπάρχει για σας κάποια προσωπική Μούσα;

Σ.Σ: Δεν μου είναι εύκολο να εξηγήσω τον τρόπο που γράφω… είναι πολύ ανορθόδοξος νομίζω. Θα τον χαρακτήριζα απολύτως μεταφυσικό!
Σπανίως ξεκινώ συνειδητά να γράψω κάτι, αν και πολύ συχνά πιάνω τον εαυτό μου να παραδέχεται με αφορμή διάφορα ερεθίσματα πως «θέλω να γράψω κάποια στιγμή γι’αυτό»
Όμως συνήθως ξεκινώ όταν έρχεται στο μυαλό μου η πρώτη φράση και πιάνω το μολύβι μου. Από εκεί κι έπειτα νιώθω πως είμαι απλά ο διάμεσος σε κάτι που προϋπήρχε κι αυτό που αποτυπώνεται τελικά στο χαρτί… είναι μαγικό θα έλεγα σαν αίσθηση! Σαν κάποιος να γράφει με το χέρι σου, να υπαγορεύει στο μυαλό σου κι εσύ σας απλός παρατηρητής γίνεσαι μάρτυρας αυτού που δημιουργείται μπροστά σου. Καλό ή κακό, μέτριο ή αριστούργημα, δεν το κρίνεις, πώς μπορείς άλλωστε; Δε μπορείς όμως παρά να παραδεχτείς πως διαβάζοντάς το, είναι ακριβώς όλα όσα ήθελες να πεις και δεν ήξερες πώς να το κάνεις…
Άκουσα πρόσφατα σε μία συνέντευξη τον Μιχάλη Γκανά να λέει πως υπάρχουν ποιήματα που σου «χαρίζονται» και είναι πολύ τυχερός ο ποιητής που το έχει ζήσει αυτό… Συγκινήθηκα όταν τον άκουσα να το λέει, γιατί ήταν η πρώτη φορά που κάποιος άλλος εξέφραζε αυτό ακριβώς που νιώθω εγώ!
Και νιώθω τόσο τυχερή, γιατί εμένα μου έχουν χαριστεί τα περισσότερα ποιήματά μου. Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα είναι το «Σε μια πόλη παλιά» που αφού το έγραψα, λίγες μέρες μετά ξύπνησα και το τραγουδούσα (!)  με αποτέλεσμα σήμερα – που έχει πλέον ηχογραφηθεί και σύντομα θα το ακούσετε – να ξέρω πως αυτό το τραγούδι υπήρχε πριν από μένα κάπου… και μάλλον με περίμενε.


Π.Λ   Έρευνες έχουνε δείξει ότι μόνο το 10% των Ελλήνων διαβάζει συστηματικά λογοτεχνία (δηλαδή πάνω από 5 βιβλία το χρόνο). Σχετίζεται αυτό και με ποιον τρόπο με την κοινωνική και οικονομική κρίση στη χώρας μας;

Σ.Σ: Απολύτως!  Στην εποχή που ζούμε η ταχύτητα έχει πρωταγωνιστικό χαρακτήρα στα πάντα.. Όλα γίνονται γρήγορα σε πόλεις που τρέχουν, σε ανθρώπους που προσπαθούν να προλάβουν τα πάντα, σε σχέσεις που χάνονται στο δρόμο επειδή δεν τήρησαν την ίδια ταχύτητα, σε έρωτες που εξαφανίζονται σα διάττοντες αστέρες γιατί πριν ξεκινήσουν εκτονώθηκαν…
Τώρα μάλιστα που η οικονομική κρίση δημιουργεί μεγαλύτερα άγχη και προκαλεί περισσότερο φόβο, η σκέψη τείνει να βρίσκεται σε ακόμη μεγαλύτερη εγρήγορση στην προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων..
Στην εποχή της ταχύτητας, το να διαβάσεις ένα βιβλίο είναι πολυτέλεια των διακοπών που συνοδεύεται συχνά από το ενοχικό συναίσθημα του «δεν κάνω τίποτα ενώ τα προβλήματα τρέχουν».
Δε συμφωνώ βεβαίως με αυτή την πραγματικότητα και διαπιστώνω με χαρά, πως όλο και περισσότεροι άνθρωποι  όλων των ηλικιών, διαβάζουν στο metro ή στο tram στα πλαίσια αυτής της τόσο έντονης καθημερινότητας.
Αυτό με κάνει να αισιοδοξώ για το ότι αργά η γρήγορα, θα καταλάβουμε όλοι πως η λογική του «Σπεύδε βραδέως» δεν είναι τόσο ανεδαφική όπως νομίζαμε μέχρι σήμερα. Αν δεν τροφοδοτήσουμε τη σκέψη μας με όμορφες εικόνες και συναισθήματα, αν δεν κρατήσουμε επαφή με όλα εκείνα τα συναισθήματα που είχαμε κάποτε, αν χάσουμε το παιδί που κρύβουμε μέσα μας, τότε στ’αλήθεια θα χαθούμε για πάντα! Και έχουμε καθήκον να μην επιτρέψουμε να συμβεί αυτό!
Αν όχι για εμάς, τουλάχιστον για τα παιδιά μας, που διδάσκονται από εμάς!

Π.Λ     Τι πιστεύετε ότι φταίει σήμερα και ένας νέος λογοτέχνης (ποιητής ή πεζογράφος) βρίσκει στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων κλειστές τις πόρτες των εκδοτικών οίκων;

Σ.Σ: Είμαστε αλυσίδα… Εάν ο κόσμος δε διαβάζει, δεν αγοράζει. Αν ο κόσμος δεν αγοράζει, ο εκδοτικός οίκος δεν έχει κίνητρο να εκδόσει διότι δεν θα πουλήσει και πάει λέγοντας.
Βέβαια, είναι αισιόδοξο το γεγονός πως ο χώρος αυτός δεν είναι καθαρά και μόνο εμπορικός. Απαρτίζεται στην πλειοψηφία του από ανθρώπους που αγαπούν πραγματικά τη Λογοτεχνία και έχουν μεγαλώσει μέσα στο χώρο αυτό. Συναναστράφηκαν ανθρώπους που θαυμάζουμε και έμαθαν θα σέβονται ουσιαστικά το έργο που παράγουν.
Προσωπικά υπήρξα τυχερή, γιατί ο Κωνσταντίνος Κορίδης – ο εκδότης μου – είναι ένα τέτοιο λαμπρό παράδειγμα και χάρη σ’ αυτή του την οπτική βρίσκομαι τώρα εδώ.  Και τον ευχαριστώ γι’αυτό!

Π.Λ     Για να πετύχεις στο μάρκετινγκ και τις δημόσιες σχέσεις (με τις οποίες ασχολείστε) θα πρέπει να είσαι ευχάριστος, ευπαρουσίαστος, να έχεις ευφράδεια στο λόγο κ.τ.λ. Για να πετύχει κάποιος στην ποίηση, ποια συστατικά πιστεύετε ότι πρέπει να διαθέτει;

Σ.Σ: Ειλικρίνεια και  αμεσότητα, καλή γνώση της γλώσσας ώστε να αποφεύγονται ίσως  κοινότυπες εκφράσεις που ενδέχεται να ευτελίσουν το θέμα του, δυνατά συναισθήματα που να αποτυπώνονται στο χαρτί όταν πλέον δε μπορούν να μείνουν κρυμμένα άλλο στην ψυχή του…
Για μένα η ποίηση δεν είναι τεχνική, δεν έχει κανόνες. Είναι απλά η Αλήθεια που κρύβει ο καθένας μέσα του. Από τη στιγμή που αυτή η αλήθεια αποτυπώνεται, δε μένει παρά να κριθεί. Και ο τρόπος που κρίνεται  είναι ο βαθμός στον οποίο βρίσκει ανταπόκριση στην ψυχή κάποιου άλλου ανθρώπου που αν και δε σε γνωρίζει, διαβάζοντάς σε, νιώθει πως σε ξέρει βαθιά… πως γράφεις για εκείνον!
O Pablo Neruda είχε πει πως η ποίηση δεν ανήκει σ’ αυτούς που τη γράφουν, αλλά σε εκείνους που την έχουν ανάγκη. Με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη!

Π.Λ     Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα πνευματικά κέντρα που να προάγουν την ποίηση; Πιστεύετε ότι μέσα σ’ αυτά είναι εύκολο να ακουστούν φωνές νέων λογοτεχνών;

Σ.Σ: Χαρακτηρίζοντας ως «πνευματικά κέντρα» όλα εκείνα τα μέσα και τους φορείς που δίνουν βήμα να ακουστεί η φωνή ενός νέου λογοτέχνη, ναι, πιστεύω πως υπάρχουν!
Κατ’αρχήν, το διαδικτύο έχει δώσει βήμα σε κάθε φωνή που επιθυμεί να ακουστεί, είτε βρίσκει ανταπόκριση είτε όχι. Νομίζω πως ο Βολταίρος θα ήταν περήφανος για την εποχή μας από αυτή την άποψη! Η υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου ποτέ πριν δεν ευδοκίμησε στο βαθμό που εδοκιμεί σήμερα. Το γεγονός πως τα εμπορικά μέσα ενημέρωσης  γυρνούν έυκολα την πλάτη τους στις τέχνες όσο κι αν διατείνονται για το αντίθετο, αντιπαραβάλλεται με μεγάλη επιτυχία από δράσεις και εκδηλώσεις σαν αυτές διαφόρων βιβλιοθηκών, του βιβλιοπωλείου «Ιανός», της σελίδας σας, του «Ποιείν» και πολλών άλλων φορέων.
(Ας με συγχωρήσουν όσοι δεν ανέφερα).

Π.Λ    Συμφωνείτε με τη ρήση του Αναγνωστάκη, ότι η ποίηση δεν είναι ο τρόπος να μιλήσουμε αλλά ο καλύτερος τοίχος να κρύψουμε το πρόσωπό μας;

Σ.Σ: Εξαρτάται για ποιο λόγο γράφει κάποιος… για να βγάλει τη μάσκα του ή για να την συνηθίσει περισσότερο;
Δεν ξέρω… νομίζω πως είναι καθαρά υποκειμενικό. Προσωπικά, όσες φορές αναγκάστικα να φορέσω μια μάσκα, μίσησα τον εαυτό μου τόσο, που ίσως τελικά η απόφασή μου να εκτεθώ συγγραφικά  τόσο πολύ, ήταν το αντίβαρο σε εκείνες τις επιλογές.
Λυπάμαι βαθιά ωστόσο για εκείνους που δεν έχουν ακόμη καταφέρει να αντικρύσουν το πρόσωπό τους με αγάπη ώστε να νιώσουν την ανάγκη να πετάξουν τη μάσκα τους και να το εκθέσουν δημόσια! Να γυρίσουν την πλάτη τους στον τοίχο που κρύβονται και να χαμογελάσουν με ειλικρίνεια!
Αν η ποίηση συντηρεί την υποκρισία, αν κρύβει τη αλήθεια αντί να την εκθέτει, τότε χάνει όλο το μεγαλείο της!
Άλλωστε, κι ο Μανόλης Αναγνωστάκης στο συγκεκριμένο του ποίημα, μιλάει για μια αλήθεια, για μια αποκάλυψη που αντέχεις ή δεν αντέχεις να κοιτάξεις κατάματα…

Π.Λ Τι είναι για σας ο έρωτας και τι είναι αυτό που κάνει τους ποιητές να τον έχουν συχνά πρώτο θέμα στα ποιήματά τους; Θεωρείτε ότι στη σημερινή εποχή οι άνθρωποι ερωτεύονται πραγματικά;
 
Σ.Σ: Ο έρωτας - ανεξάρτητα από τη διάρκειά του - είναι ένα συναίσθημα που παρασύρει και καλύπτει τα πάντα!
Σκοτώνει το θάνατο! Όταν ερωτευόμαστε, νιώθουμε παντοδύναμοι, έχουμε την αίσθηση πως μπορούμε να πετάξουμε και κατά την άποψή μου το κάνουμε! Θα ήταν παράξενο αυτή η τεράστια δύναμη να μην είναι η πρώτη ίσως πηγή έμπνευσης στην Τέχνη γενικά, όχι μόνο στην ποίηση κι εγώ δεν θα μπορούσα να αποτελώ εξαίρεση.
Ναι, θεωρώ ότι οι άνθρωποι ερωτεύονται και στη σημερινή εποχή και στις πιο δύσκολες συνθήκες γιατί το αντίδοτο στη δυστυχία είναι ο έρωτας. Δεν είναι προνόμιο άλλων εποχών ούτε πρόκειται για συνειδητή επιλογή. Απεναντίας, συνήθως συμβαίνει ακριβώς τη στιγμή που είχες την ψευδαίσθηση πως είσαι εντάξει. Και αυτή είναι η μαγεία του!
Όσο για το «πραγματικά» που λέτε, ποιός το κρίνει αλήθεια αυτό; Ποιός ξέρει αν είναι κάτι πραγματικό όταν κάποτε αυτό σβήνει και ποιός θα τολμήσει να αμφισβητήσει το συναίσθημα της ευτυχίας που νιώθει έστω παροδικά κάποιος εξαιτίας του βλέμματος και μόνο, ενός άλλου ανθρώπου… τις πεταλούδες που χορεύουν στο στομάχι του στο χαμόγελο που του χαρίστηκε…
Αν μιλήσουμε για την αγάπη, αυτή είναι μια άλλη κουβέντα.. ο έρωτας όμως, όχι, δεν αναλύεται.

Π.Λ  Το ποίημά σας «Άσε με» αρχίζει με τους στίχους: «Άσε με να παίξω λίγο ακόμα, περνάει η ζωή και μεγαλώνω…». Σας φοβίζει το γεγονός ότι ο χρόνος κυλάει;

Σ.Σ: Δε με φοβίζει… με λυπεί. Και με λυπεί όχι τόσο λόγω της φυσικής φθοράς και αλλοίωσης, όσο γιατί μεγαλώνοντας δυστυχώς παύουμε να κάνουμε όνειρα… παύουμε να ελπίζουμε σε έναν καλύτερο κόσμο, σε  ένα καλύτερο αύριο. Συμβιβαζόμαστε με την πεζή πραγματικότητα και ξεχνάμε πως λίγες μόνο ώρες μακριά, την ίδια στιγμή που εδώ είναι νύχτα, κάπου αλλού είναι μέρα..πως αν εδώ είναι χειμώνας, κάπου αλλού είναι καλοκαίρι.. Πως ο ουρανός που βλέπουμε – αν και πάψαμε να τον κοιτάζουμε πια – δεν είναι ο ίδιος παντού.
Με λυπεί που μεγαλώνοντας εγκαταλείπουμε την πίστη πως θα τα αλλάξουμε όλα και θα γίνουμε αυτό που πάντα ονειρευόμασταν. Που τα μάτια των ανθρώπων παύουν να έχουν τη λάμψη του ενθουσιασμού της νεότητας. Με αυτό το ποίημα νομίζω πως θέλησα να ακουμπήσω στους ώμους ξεχωριστά κάθε έναν από αυτούς τους ανθρώπους, να τον κοιτάξω στα μάτια και να τον ταρακουνήσω! Να τον κάνω να θυμηθεί πώς ήθελε να ζήσει και να του δώσω τη δύναμη να κυνηγήσει ξανά τα όνειρά του! Η ζωή φεύγει, αλλά μένει ζωντανός όποιος την κυνηγάει, κάθε στιγμή!

Π.Λ  «Τι παραμύθι να σου πω για να σε νανουρίσω, όταν στην αγκαλιά μου γέρνεις για να κοιμηθείς;». Ποιο είναι το αγαπημένο σας παραμύθι;
 
Σ.Σ: Ένα δικό μου παραμύθι, το οποίο θέλω να πιστεύω πως θα εκδοθεί κι αυτό κάποια στιγμή…
Και σα να το γνωρίζατε, το ποίημα αυτό με του οποίου τους στίχους αρχίσατε τη συγκεκριμένη ερώτηση, είναι βγαλμένο από αυτό ακριβώς το παραμύθι!
Μιλάει για έναν πρίγκιπα που τα είχε όλα αλλά του έλειπε η  αγάπη κι ένα κορίτσι που κανείς δε μπορούσε να μαντέψει το όνομα του γιατί το είχαν καταραστεί να το μαντέψει εκείνος, που θα μπορούσε να δει πίσω από αυτά που έβλεπαν οι άλλοι…
Μια ιστορία αγάπης φτιαγμένη για δύο, που σαν συναντήθηκαν αναγνωρίζοντας ο ένας τον άλλον, έγιναν δυνατοί κι ευτυχισμένοι. Όπως απαιτεί άλλωστε το φινάλε κάθε καλού κλασσικού παραμυθιού της γενιάς μου… Αυτή δεν είναι όμως και η κατάρα μας σήμερα; Οι άνθρωποι κοιτάζουν επιφανειακά, οι σχέσεις μας δε διεισδύουν και σύντομα καταρρέουν. Η αληθινή αγάπη ήταν, είναι και θα είναι το πιο δυσεύρετο πράγμα στον κόσμο!


Π.Λ  Ποιος είναι ο αγαπημένος σας στίχος και ποιο το αγαπημένο σας ποίημα που έχετε διαβάσει;

Σ.Σ: Ο αγαπημένος μου στίχος είναι από ένα τραγούδι του τραγουδοποιού Βασίλη Μπαμπανιάρη και
το τραγούδι «Μονόγραμμα»: «Μικρός που είναι ο ουρανός μπροστά στην αγκαλιά σου»
Με αγγίζει πραγματικά γιατί μπροστά στην αγάπη τα πάντα μικραίνουν τόσο πολύ!!!
Όσο για το αγαπημένο μου ποίημα, παρόλο που φοβάμαι πως θα αδικήσω πολλούς, θα πω «Τα κεριά» του Κωνσταντίνου Καβάφη. Είναι ένα υπέροχο ποίημα γραμμένο με τόση απλότητα και τόση σοφία για την αναπόφευκτη πορεία της ζωής, που συγκινούμαι όσες φορές κι αν το διαβάσω…
«Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.
»

Π.Λ  Θεός;

Σ.ΣΓια τον καθένα, μοναδικός, αρωγός, σύντροφος, πατέρας…
Και για μένα. Πιστεύω στο δημιουργό. Ίσως όχι με τη στενή έννοια της εκκλησίας γι’ αυτό και δε θα ήθελα να επεκταθώ, πιστεύω όμως πολύ στη δύναμη της ενέργειας! Πιστεύω ακράδαντα στην αιωνιότητα της ψυχής και στον δεσμό όλων των ψυχών. Έχω μια θεωρία εδώ και πάρα πολλά χρόνια που όσο μεγαλώνω και παρατηρώ περισσότερο γύρω μου, δε μου αφήνει περιθώρια καμίας αμφισβήτησης πλέον… Όλοι είμαστε κρίκοι της ίδιας αλυσίδας. Είτε το αντιλαμβανόμαστε είτε όχι, επηρεάζουμε  και επηρεαζόμαστε την ίδια στιγμή από συμπεριφορές ανθρώπων που ούτε γνωρίζουμε, ούτε θα μάθουμε ποτέ την ύπαρξή τους πιθανώς… Κάθε μας πράξη είναι σαν την κίνηση του βότσαλου που πέφτει στη λίμνη και στην επαφή του με το νερό ανοίγει κύκλους που απομακρύνονται μέχρι που παύουν να είναι ορατοί. Κανείς δε θα μάθει ποτέ ίσως τον τρόπο που επηρέασε τη ζωή κάποιου άλλου, μια δική του κίνηση. Επιπόλαιη, ανεύθυνη, βιαστική, ή όχι, από την πιο απλή μέχρι την πιο μεγάλη, δύναται να επηρεάσει τον κόσμο ολόκληρο…

Π.Λ  Ποιο ποίημα ή στίχο δικό σας θα θέλατε να αφιερώσετε στους αναγνώστες του «Ποίηση και Λογοτεχνία»;

Σ.Σ: Είναι το ποίημά μου «Ευχή», που λόγω του μεγέθους του – μια φράση μόνο - στο βιβλίο μου βρίσκεται στην εισαγωγή. Μια πολύ ειλικρινής ευχή για όλους όσους μεγαλώσαμε τότε που η Κυριακή ήταν μέρα γιορτής, αλλά και όσους ξέρουν να κάνουν τη ζωή τους να μοιάζει με γιορτή κάθε μέρα!

«Να ‘ναι η ζωή μας Κυριακή, στον ήλιο βουτηγμένη» !

Στέβη Σαμέλη

1 σχόλιο:

Tο ιστολόγιο μας μπορεί να καθυστερεί να ανοίξει όμως ανοίγει. Αυτό θα διαρκέσει για πολύ λίγο ακόμα.
Σας παρακαλούμε τα σχόλια να γίνονται στα Ελληνικά και όχι στα γκριγκλις. Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τα ορθογραφικά λάθη. Επίσης καλό θα ήταν τα σχόλια σας να είναι ανάλογα με το επίπεδο και την θεματολογία του ιστολογίου μας. Γενικότερα δεν λογοκρίνουμε κανένα σχόλιο όμως η θέση μας να είναι τα σχόλια εντός του επιπέδου του blog μας είναι απόλυτη.
Ευχαριστούμε πολύ.